Τρίτη 24 Ιουλίου 2007

Καλέ μου Λάζαρε...

Είχα υποσχεθεί ότι θα είμαι καλό παιδί. Πως δε θα χρησιμοποιήσω κακές λέξεις σ' αυτό το blog. Δεν θα γίνω κακός άνθρωπος. Δεν θα σχολιάσω αρνητικά κανέναν. Είχε πει βρε αδερφέ ότι αν μη τι άλλο θα προσπαθήσω. Ε, τελικά δεν μπορώ να το κάνω. Ή καλύτερα δεν θέλω να το κάνω. -Δύο πράγματα θυμάμαι έντονα από την παιδική μου ηλικία. Τη μάνα μου να φωνάζει πως θα με χτυπήσει κάτω σαν χταπόδι και τη μάνα μου πάλι να φωνάζει πως δεν υπάρχει δεν μπορώ αλλά δεν θέλω.-

Καλέ μου Λάζαρε όλοι είναι μαλάκες. Καυλοράπανα. Ηλίθιοι που απλά φυτοζωούν σε τούτη τη γη Σε βρήκα χθες το βράδυ στο δρόμο μου και έπαθα σοκ. Δεν έχω ξανανιώσει έτσι στην ζωή μου. Ποτέ... Ήσουν και είσαι στα μαύρα σου τα χάλια. Δεν είχες όνομα. Εγώ σε βάφτισα Λάζαρο. Με μια ανείπωτη ελπίδα ότι θα σου φέρει γούρι το όνομα. Δεν ξέρω αν ακούς σ' αυτό το όνομα. Αλλά εγώ έτσι θα σε θυμάμαι. Σε βρήκα σε μια γωνιά, ξαπλωμένο να κοιμάσαι. Ανήμπορος να κινηθείς. Αίμα παντού. Μονάχα λίγο νερό δίπλα σου, που και αυτό με δυσκολία έπινες. Μπορούσα να μετρήσω τα κόκαλά σου. Κι όμως είσαι τόσο όμορφος. Αρχοντικός. Αξιοπρεπής. Ήρεμος. Φιλικός. Κάθισες να σε χαϊδέψω. Να σε ταΐσω Εκεί που δεν μπορούσες να κινηθείς και έτρεμες, άρχισες σιγά σιγά να παίρνεις δυνάμεις. Έφαγες ότι σου έδωσα. Ήπιες σχεδόν 2 λίτρα νερό. Και άρχισες να με ακολουθείς. Σε είδα στον ύπνο μου. Πολύ πριν με πάρει ο ύπνος ήξερα ότι δεν θα είναι ήρεμο το βράδυ.
Έφερα την κτηνίατρο με τα χίλια ζόρια να σε δει. Σου έδωσε μια αντιβίωση και σου έβαλε ένα σπρέι στις πληγές σου με στόχο να μην μολυνθούν περισσότερο. Δεν μπορούσε να σε πάρει μαζί της ή να σου κάνει εξετάσεις εκτός ιατρείου. Ήσουν τόσο ήρεμος. Κάθισες να σου βάλουμε φίμωτρο και λουρί για να μπορούμε να σε ελέγξουμε Ούτε μια στιγμή δεν παραπονέθηκες. Δεν αντέδρασες. Φοβήθηκες μονάχα, αλλά φάνηκε να ηρεμείς γρήγορα. Περιμέναμε υπομονετικά τέσσερις ώρες μέχρι να έρθει κάποιος γιατρός. Η φιλοζωική εταιρεία είχε κλείσει!!! (Στις 5 το απόγευμα!) Το ίδιο και το κτηνιατρικό της κέντρο. Το ίδιο και το νοσοκομείο ζώων. Όλοι οι γιατροί που κάλεσα μπορούσαν μετά τις 10 το βράδυ, διότι κανείς δεν ήθελε να χάσει τα κανονισμένα ραντεβού του. Και εσύ ψυχορραγούσες...
Ήρθε η μαμά μου με το που τελείωσε από τη δουλειά. Έφερε μαζί της και ένα φίλο μας για να βοηθήσει. Πάλι καλά. Γιατί είχα αρχίσει να φρικάρω... Ήμουν σε έξαλλη κατάσταση και ακόμη είμαι. Έξαλλη με το γεγονός ότι κανείς δε βοηθούσε. Περνούσαν όλοι από δίπλα σου, σε κοίταζαν, πέταγαν μια γαμημένη ατάκα του τύπου "αχ το καημένο" και έφευγαν. Κάποιος μου είπε ότι ήσουν από το πρωί εκεί. Εξαγριώθηκα. Έχασα το έλεγχο. Άρχισα να κλαίω. Μα καλά, κανείς δε μπήκε στη διαδικασία να σε βοηθήσει. Να καλέσει νωρίτερα ένα γιατρό. Να κάνει κάτι...!!! Κανείς; Τόση αδιαφορία;
Νύχτωσε, η ώρα είχε περάσει. Δεν μπορούσα να σε πάρω σπίτι. Αν σε έβλεπε η Ήρα στο χώρο της θα είχαμε μακελειό. Προσευχήθηκα (πράγμα που οφείλω να ομολογήσω ότι δεν κάνω τόσο συχνά) να είσαι εκεί το πρωί. Να μη φύγεις. Μου έλεγαν ότι είσαι έξυπνος. Είσαι ράτσας (πράγμα αδιάφορο). Μου έλεγαν ότι είσαι μαθημένος να έχεις ανθρώπους γύρω σου. Αυτό με τσάτισε ακόμη περισσότερο. Στην ιδέα ότι κάποιος σου έδωσε ένα σπίτι και μετά σε εγκατέλειψε με έκανε να ευχηθώ να υποφέρει αυτός ο άνθρωπος. Τον καταράστηκα. Στα τσακίδια να πάει. Να πονέσει όπως πόνεσες και συνεχίζεις να πονάς εσύ.
Με το που ξύπνησα το πρωί πήρα τηλέφωνο τον πατέρα μου να μάθω αν είσαι ακόμη εκεί. Η απάντηση που έλαβα ήταν θετική. Μου υποσχέθηκε ότι θα κάνουμε ότι μπορούμε για να ζήσεις. Ένας κύριος προσφέρθηκε να σε πάρει σπίτι του. Να σε κρατήσει. Τον πίστεψα. Μακάρι. Θα είσαι ευτυχισμένος. Αλλά και να μην σε πάρει, θα σε κρατήσουμε εμείς εκεί. Θα έχεις και παρέα. Αρκεί να σε δεχτούν. Αλλά έχω πίστη. Είναι καλά σκυλιά. Έχουν καλό χαρακτήρα.
Αχ, Λαζαρέ μου, είσαι μοναδικός το ξέρεις; Και όλοι όσοι σε προσπερνούσαν και σε προσπερνάνε είναι απλά τρισκατάρατοι μαλάκες που δεν αξίζουν ούτε ένα βλέμμα σου. Κάνε υπομονή, κάνε κουράγιο. Πάλεψε να ζήσεις. Σε παρακαλώ... Εγώ θα είμαι εκεί. Θα κάνω ότι μπορώ. Εσύ κοίτα να ζήσεις. Να γίνεις καλά.
Είσαι τόσο όμορφος καλέ μου. Και ο κόσμος τόσο σκληρός. . .
Μονάχα γιατί σκέφτομαι; Γιατί να περνάς τόσα; Εσύ και άλλοι σαν και εσένα...
Υ.Σ.: Μπορεί και να είμαι τρελή. Μπορεί επειδή μεγάλωσα με σκυλιά δίπλα μου (και τα τελευταία 8 χρόνια έχω ένα με το οποίο κοιμάμαι και αγκαλιά) να πονάω πιο πολύ από κάποιον που δεν έχει, όταν βλέπω ένα αδέσποτο σε τέτοια κατάσταση. Αλλά ξέρω ότι άνθρωπος που δεν ενδιαφέρεται για τα ζώα -χωρίς αυτό να σημαίνει πως σώνει και καλά πρέπει να έχει σπίτι του- τότε δεν είναι άνθρωπος που αξίζει να ασχολείσαι μαζί του. Και αυτά πονάνε, καταλαβαίνουν, δείχνουν τα συναισθήματά τους. Η Ήρα όταν ο πατέρας μου ήταν άρρωστος κάθισε για έξι μήνες δίπλα του, κυριολεκτικά, μέχρι να γίνει καλά. Όταν εγώ δεν είμαι καλά, έρχεται και κάθεται δίπλα μου. Κοιμάται πάνω μου. Ζητάει χάδια και παιχνίδια. Όταν είμαι άρρωστη, στεναχωρημένη, πονάω, έρχεται και προσπαθεί να με κάνει να χαμογελάσω. Τα πρωινά που δεν έχω να πάω στη δουλειά, έρχεται και με ξυπνάει. Όταν ακούει περίεργους θορύβους τη νύχτα αρχίζει και γαβγίζει Δεν λένε άδικα ότι τα σκυλιά είναι ο καλύτερος φίλος του ανθρώπου. Αν μη τι άλλο σεβαστείτε τα. Το αξίζουν._

Δεν υπάρχουν σχόλια: